«Ωχ, δε βαριέσαι, αδερφέ…»

 

πρωτότυπο θεατρικό έργο

στα πλαίσια προγράμματος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

2005-2006

 

1ο Γυμνάσιο Ρεθύμνου

Πληρ. 28310 22283

Τάνια Χριστοφοράτου  tanchris04@gmail.com

 

Συγγραφική ομάδα:

Τάνια Χριστοφοράτου, Μανωλεσάκη Μαρία,

Κάλλια Κότε, Παρασύρη Γιωργία,

Λαγουδάκης Μιχάλης

 

 

ΣΥΝΟΨΗ

Αφορά δύο οικογένειες, στη μία ασχολούνται με τη γεωργία (ορμόνες, φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα, μεταλλαγμένα = δηλητηρίαση και υποβάθμιση εδάφους, νερών, προϊόντων, εξασθένηση των ίδιων των φυτών) και στην άλλη με ξενοδοχείο (λύματα, ξαπλώστρες, ομπρέλες, ρύπανση ακτών, θάλασσας, πάει ο βιότοπος της χελώνας, πάνε τα κρινάκια της παραλίας, πάνε κι οι ίδιοι οι τουρίστες σιγά-σιγά). Οπότε, ρυπαίνουν από παντού και προς παντού. Σούπερ καταναλωτές και τηλεορασόπληκτοι, ακολουθούν το ρεύμα γενικά, όλες τις τάσεις της μόδας, όλα τα πρότυπα που προωθούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σ’ αυτό το κλίμα μεγαλώνουν και τα παιδιά τους. Αγοράζουν σε πληθώρα όλα τα προϊόντα περιορισμένης διάρκειας ζωής και γεμίζουν τον τόπο σκουπίδια, παντός είδους. Δρουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, από άγνοια και αδιαφορία, ανίκανοι να δουν τη σχέση μεταξύ του ατομικού τρόπου ζωής και της καταστροφής του περιβάλλοντος.

Στο σχολείο γίνεται μάθημα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και τα παιδιά τους (ή ορισμένα από αυτά) ευαισθητοποιούνται και αρχίζουν να «βλέπουν» τι γίνεται γύρω τους.

Στη συνέχεια παρουσιάζεται μία πρωτομαγιάτικη εξόρμηση των οικογενειών στην εξοχή, σ’ ένα πρώην ωραίο μέρος, με δέντρα και τρεχούμενα νερά, στο οποίο πήγαιναν από παλιά. Αυτό το ίδιο μέρος σιγά-σιγά ρυπαίνεται και ασχημαίνει από την ίδια τη δράση των ανθρώπων. Εμφανίζονται δύο νεράιδες (μία ναϊάδα και μία δρυάδα) που σχολιάζουν τους τρόπους τους και την καταστροφή που φέρνουν. Εκεί, ένα από τα παιδιά πίνει λίγο νερό απ’ το ρυάκι και αρρωσταίνει.

Αρχίζουν, λοιπόν, να κατηγορούν αρχικά ο ένας την οικογένεια του άλλου. Τα παιδιά, όμως, συγκρούονται με τους δικούς τους, προσπαθώντας να τους δείξουν ότι όλοι έχουν ευθύνη και να τους κάνουν ν’ αλλάξουν τρόπο ζωής, προτείνοντας εναλλακτικές λύσεις, τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στην εν οίκω ζωή.

Δεν υπάρχει σαφές τέλος, η συζήτηση δεν καταλήγει κάπου ακριβώς, απλά μπαίνουν κάποιοι προβληματισμοί. 

 

ΠΡΑΞΗ 1

Σκηνή 1.1

Η σκηνή στο σπίτι των ξενοδόχων. Όλες οι ηλεκτρικές συσκευές μαζί, τηλεόραση, κασετόφωνο, σκούπα, μίξερ. Μπαίνει ο πατέρας κουβαλώντας άπειρες πλαστικές σακούλες με ψώνια, ως επί το πλείστον, άχρηστα φτηνιάρικα πράγματα μιας χρήσης. Τρία παιδιά κάθονται στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση, τρώνε τσιπς, πετάνε κάτω τις σακούλες, πίνουνε αναψυκτικά, ταυτόχρονα παίζουν με τα κινητά.

 

Πατέρας:

Καλά, δεν ακούτε που χτυπάω τόσην ώρα το κουδούνι; Γιατί δε μου ανοίγετε;

Κόρη:

Καλά, ρε ντάντυ, δε βλέπεις ότι βλέπουμε ταινία; Κλειδάκια έχεις, χεράκια έχεις, οπότε γιατί να σηκωθούμε να σου ανοίξουμε;

Παππούς:

Πώς μιλάς έτσι στον πατέρα σου;

Γιαγιά:

Σήκω αμέσως!

Κόρη:

Γιαγιά, κούλαρε λίγο!

Πατέρας:

Έλα εδώ να με βοηθήσεις με τα ψώνια κι άσ' τα λόγια!

 

(Παίρνει η κόρη τις σακκούλες και τις αφήνει λίγο πιο πέρα τη μια πάνω στην άλλη, μετά πάει και κάθεται πάλι στον καναπέ με τους άλλους)

Γιος 2:

Πού χάθηκες όλο το πρωί και σ’ έψαχνα, για να συζητήσουμε κάτι;

Πατέρας:

Ε, είχα πάει στην τράπεζα για ένα δάνειο… καταναλωτικό…

Παππούς:

Κι άλλο καταναλωτικό δάνειο; Προχτές σήκωσες ένα!

Γιαγιά:

Θα σας φάνε τα έξοδα, γιε μου!

Παππούς:

Δάνειο, δάνειο, να δούμε πώς θα τα ξεχρεώσετε!

Πατέρας:

Δε βαριέσαι, πατέρα. Μια ζωή την έχουμε.

Παππούς:

Εμείς μια ζωή την έχουμε, αλλά υπάρχουν κι άλλες ζωές μετά από μας…

Πατέρας:

Καλά, (γυρνάει στα παιδιά) η μάνα σας πού είναι;

Γιος 1:

Η μάνα είναι στην τουαλέτα και μουλιάζει στην μπανιέρα.

Γιος 2:

Απ’ ό,τι φαίνεται η mother τελείωσε απ’ το μπάνιο, γιατί έχει βάλει σκούπα.

Γιος 1:

Τι λες, ρε, η σκούπα δούλευε από πριν!

Πατέρας:

Καλά, τι μυρίζει έτσι ωραία;

Κόρη:

Το κέικ σοκολάτας που έφτιαξα.

Γιος 2:

Τα αυγά τα έριξες με τα τσόφλια;

Κόρη:

Φυσικά, για να γίνει πιο τραγανό όπως και την προηγούμενη φορά.

Γιος 1:

Καλά.. από μαγειρική σκίζεις.

Κόρη:

Το ξέρω.

Γιος 2:

Ευτυχώς που έχουμε το ηλεκτρικό μαχαίρι να το κόψουμε…

Γιαγιά:

Μεγάλη κοπέλα και δεν ξέρει να φτιάξει ένα κέικ…

Παππούς:

Αχ γιε μου, όταν γεράσεις, ούτε ένα ποτήρι νερό δε θα δεις από τα παιδιά σου!

 

(Μπαίνει κι η μητέρα και κάθεται μαζί τους)

Μητέρα:

Καλημέρα σε όλους! Τι έγινε; Οικογενειακό meeting έχει; Γιατί ξυπνήσατε τόσο νωρίς σήμερα; 2.00 είναι η ώρα.

Παππούς:

Άκου τι λέει! Νωρίς 2 η ώρα! Εμείς τέτοια ώρα γυρνούσαμε απ’ τα χωράφια!

Γιαγιά:

Εμ, με τέτοια μάνα, πώς να βγούνε τα παιδιά!

Γιος 2:

Εγώ σηκώθηκα νωρίς, γιατί θέλω να συζητήσω κάτι με τον πατέρα μου.

Πατέρας:

Καλά, κατάλαβα, πόσα θες αυτή τη φορά;

Γιος 2:

Μα, δε θέλω λεφτά, δηλαδή όχι ακριβώς…

Πατέρας:

Ωραία, και τι θες;

Γιος 2:

Μια μηχανή!

Πατέρας:

Ξυριστική; Πάρε αν θες τη δική μου.

Κόρη:

Τι ξυριστική, ρε μπαμπά; Μηχανή μπρρρ, μπρρρ! (δείχνει με τα χέρια)

You know?

Μητέρα:

Και τι θα την κάνεις, καλέ, τη μηχανή; Εδώ ούτε ποδήλατο δεν έχεις μάθει να κάνεις!

Γιος 2:

Έλα, ρε μαμά, όλοι οι φίλοι μου έχουν!

Πατέρας:

Εγώ δεν πληρώνω.

Μητέρα:

Ξέρεις πόσα έξοδα έχουμε;

Πατέρας:

Ξέρεις πόσο νερό ξοδεύουμε, για να γεμίσουμε τις πισίνες και να ποτίσουμε το γκαζόν; Άσε το λογαριασμό του ηλεκτρικού…

Κόρη:

Τώρα που είπες για έξοδα, θέλω να μου δώσεις κανένα μωβ να πάω ν’ αγοράσω τίποτα γιατί η ντουλάπα μου είναι άδεια. Δεν έχω τι να φορέσω το βράδυ που θα βγω με τον Χρήστο.

Γιος 2:

Ποιος Χρήστος; Ένας Γιάννης τι έγινε;

Κόρη:

Να μην ανακατεύεσαι!

Γιαγιά:

Τουλάχιστον θα μας φέρεις να τον γνωρίσουμε το Χρήστο να δούμε τι μέρος του λόγου είναι; Γιατί ο προηγούμενος ήταν άστα να πάνε…

Πατέρας:

Το ξενοδοχείο περνάει κρίση.

Μητέρα:

Θέλουμε ν’ αγοράσουμε και καινούρια ψυγεία και κλιματιστικά για τα δωμάτια και δεν έχουμε λεφτά…

Παππούς:

Αφού τα κάνεις όλα στολίδια και ρούχα και κρέμες για να πασαλείφεσαι!

Πατέρας:

Ο τουρισμός μειώνεται κάθε χρόνο…

Γιος 1:

Μπαμπά, θέλω καινούριο κινητό.

Μητέρα:

Εδώ σου λέει ο πατέρας σου ότι δεν έχουμε λεφτά να φάμε κι εσύ θέλεις κινητό;

Κόρη:

Καλύτερα, θα κάνουμε και δίαιτα.

Γιος 2:

Εμένα θα μου πάρετε μηχανή;

Γιος 1:

Εγώ θέλω κινητό.

Κόρη:

Εμένα αν δεν μου δώσετε λεφτά, το πήρα απόφαση, θα πάω να δουλέψω στην τηλεόραση ή θα γίνω τραγουδίστρια. Οι άλλες δηλαδή έχουν πιο ωραία φωνή;

Γιος 2:

Να είσαι σίγουρη γι’ αυτό!

Κόρη:

Εσύ πολύ μου μπαίνεις και δε θα σου βγει σε καλό!

Γιος 2:

Εγώ πάντως θ’ ασχοληθώ με το modeling. Δηλαδή ο Φραγκολιάς έχει πιο ωραίο σώμα απ’ το δικό μου;

Γιαγιά:

Πω-πω, ντροπή!!!!

 

(αρχίζουν όλοι να γελάνε)

Κόρη:

Θα φάμε τίποτα;

Πατέρας:

Μαγείρεψες τίποτα, ρε γυναίκα, ή τα συνηθισμένα;

Μητέρα:

Δεν πρόλαβα, άρχοντά μου, να μαγειρέψω, γιατί το πρωί έκανα μανικιούρ και φοβήθηκα μη σπάσει κανένα νύχι..

Παππούς:

Δεν λέει ότι δεν ξέρει, λέει ότι δεν πρόλαβε, η προκομμένη!

Πατέρας:

Καλά, τι να παραγγείλω;

Κόρη:

Σούσι.

Γιος 1:

Πίτσα.

Γιος 2:

Πόσα σουβλάκια θέλετε;

Πατέρας:

Εδώ και καιρό σκέφτομαι να επεκτείνω το ξενοδοχείο. Εσύ τι λες, βασίλισσά μου;

Μητέρα:

Εγώ σκέφτομαι να βάλουμε ξαπλώστρες και στη δίπλα παραλία. Έτσι οι τουρίστες δε θα έχουν πού αλλού να κάτσουν και αναγκαστικά θα κάθονται στις ξαπλώστρες.

Πατέρας:

Έτσι θα έχουμε περισσότερα κέρδη. Μπράβο, πολύ καλή ιδέα.

Γιος 1:

Τέλεια, περισσότερα κέρδη, περισσότερα κινητά.

Κόρη:

Περισσότερα κέρδη, περισσότερα λεφτά, περισσότερα λεφτά, περισσότερα ρούχα.

Γιος 2:

Περισσότερα κέρδη, περισσότερες μηχανές.

Μητέρα:

Δύο φορές την εβδομάδα στα spa.

 

(ο παππούς και η γιαγιά κοιτάζονται και τραβάνε τα μαλλιά τους)

Οφου, όφου, όφου!

 

 

 

 

 

Σκηνή 1.2

Η σκηνή στο σπίτι των αγροτών. Απογευματάκι. Μπαίνουν τα παιδιά που μόλις έρχονται από τα φροντιστήρια. Ο παππούς και η γιαγιά βλέπουν τηλεόραση. Ο παππούς έχει γύρει πίσω το κεφάλι και κοιμάται. Με την είσοδο των παιδιών ταράζεται και ξυπνάει.

 

Γιαγιά:

Καλώς τα ‘γγονάκια μου. Πώς περάσατε σήμερα;

Γιος:

Εεεε, καλά!

Παππούς:

Πού είναι η μάνα σας;

Κόρη 1:

Έχει πάει να παρκάρει!

Παππούς:

Σας πάει και σας φέρνει με το αυτοκίνητο, σωφέρ την έχετε καταντήσει!

Γιαγιά:

Άσε τα παιδιά!

 

(Μπαίνει η μητέρα και κατευθύνεται προς την κουζίνα)

Κόρη 2:

Έχει τίποτα να φάμε;

Μητέρα:

Ναι, αμέ! Πράσα με πατάτες. Σε λίγο τρώμε.

Κόρη 3:

Μπλιαξ!

 

(Τα παιδιά κοιτάζονται μεταξύ τους και ξινίζουν τα μούτρα τους. Μπαίνει ο πατέρας, βρώμικος, γεμάτος σκόνη και λερώνει παντού με τις λασπωμένες γαλότσες του)

Κόρη 1:

Σιγά, μπαμπά, είναι σφουγγαρισμένα!

Πατέρας:

Καλησπέρα! Τι κάνετε;

Μητέρα:

Καλησπέρα, δουλευτή μου, άντρα μου και κουβαλητή μου!

Παππούς:

Κάτι θα του ζητήσει πάλι!

Κόρη 3:

Σχολείο, φροντιστήριο, διάβασμα κι άγιος ο Θεός.

Πατέρας:

Ο καθένας τις υποχρεώσεις του.

Κόρη 2:

Και τα δικαιώματά του.

Μητέρα:

Το φαΐ θα είναι σε λίγο έτοιμο. Πήγαινε να πλυθείς κι έλα.

 

(Ο πατέρας φεύγει. Τα παιδιά έχουν κάτσει στο σαλόνι και συζητάνε κι ο παππούς συνεχίζει να βλέπει τηλεόραση).

Γιος:

Ο Χάρης θα πάρει μηχανή.

Κόρη 1:

Άντε!

Κόρη 3:

Σιγά, με τι λεφτά;

Γιος:

Θα ζητήσει απ’ τον πατέρα του, μου είπε.

Κόρη 2:

Ναι και πού θα τα βρει ο πατέρας του; αυτός είναι χρεωμένος μέχρι το λαιμό.

Γιος:

Θέλω κι εγώ μηχανή.

Κόρη 1:

Άσε τις βλακείες. Κι εγώ θα ήθελα, αλλά βλέπεις ότι είναι δύσκολη η κατάσταση.

Κόρη 3:

Αυτοί πάντως είναι τόσο σπάταλοι που σε λίγο θα χάσουν και το ξενοδοχείο μου φαίνεται.

Κόρη 1:

Γιατί, εμείς δεν είμαστε;

Κόρη 2:

Είμαστε, πώς δεν είμαστε; Αλλά όχι σαν αυτούς…

Γιος:

Εγώ δεν είμαι. Εγώ δεν ψωνίζω συνέχεια σαν εσάς.

Κόρη 1:

Εσύ όμως χαλάς 10 κυβικά νερό τη μέρα για να κάνεις ένα ντους.

Κόρη 2:

Και ξεχνάς αναμμένα τα φώτα σε όλα τα δωμάτια.

Κόρη 3:

Και ξοδεύεις όλα σου τα λεφτά στα ηλεκτρονικά.

Γιος:

Μην αρχίσω τώρα κι εσάς, τι κάνετε…

Γιαγιά:

Θέλεις να σε βοηθήσω;

Μητέρα:

Όχι, σχεδόν τελείωσα.

Γιαγιά:

Μα, δώσ’ μου κάτι να σου κάνω να σε βοηθήσω

Μητέρα:

Να, πάρε να κόψεις τυρί.

 

(Ο πατέρας ξαναμπαίνει)

Πατέρας:

Γεια σου. πατέρα. Τι κάνεις;

Παππούς:

Εεε, ας τα λέμε καλά. Εσύ;

 

(Η μητέρα φωνάζει από την κουζίνα: «το φαγητό είναι έτοιμο» Μαζεύονται όλοι μαζί και αρχίζουν να τρώνε. Ο παππούς και η γιαγιά σταυροκοπιούνται)

Πατέρας:

Εγώ κλάδευα όλη μέρα τις ελιές και έκαιγα τις φούντες. Ύστερα πήγα στο εργοστάσιο να δω τι θα γίνει με την επιδότηση.

Μητέρα:

Και τι σου είπαν;

Πατέρας:

Ότι. λέει, τα λεφτά καθυστέρησαν να μπουν από τα ταμεία και ότι εμείς εδώ θα τα πάρουμε κατά το τέλος Νοέμβρη.

Γιος:

Τώρα που είπες για επιδότηση, τι θα γίνει; Θα μου δώσεις λεφτά να πάρω κανα ρούχο της προκοπής;

Κόρη 3:

Εσύ δεν ήσουν που δεν ψώνιζες;

Πατέρας:

Αυτή τη στιγμή δεν έχω φράγκο! Πέρασα το πρωί, πριν πάω στο χωράφι, απ’τ ου γεωπόνου και μου πήγε ο κούκος αηδόνι για τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα. (προς τη γυναίκα) Γυναίκα, απού’ χει πίνει!

Παππούς:

Κι εγώ θέλω.

Μητέρα:

Εσύ δεν κάνει να πιεις πολύ, γιατί έχεις και την καρδιά σου.

Γιαγιά:

Βρε κορίτσι μου, ξέχασες να βάλεις αλάτι στο φαγητό και τώρα είναι άνοστο!

Μητέρα:

Δεν έχεις δίκιο. Να μη σου πω ότι μού’ πεσε και λίγο παραπάνω. Νόμιζα πως θα το είχατε καταλάβει! Και εξάλλου δεν κάνει να τρως πολύ αλάτι γιατί θα σου ανέβει η πίεση.

Παππούς:

Εμ, βέβαια! Με τόσα λιπάσματα γίνονται τεράστια και άνοστα. Στην εποχή μου, ό,τι καλλιεργούσαμε μπορεί να ήταν πιο μικρό σε μέγεθος, αλλά η γεύση του δε συγκρινόταν με τίποτα.

Γιαγιά:

Δίκιο έχει ο Κωστής, αλλά δίκιο έχετε κι εσείς….

Παππούς:

Αυτή έπρεπε να γίνει διπλωμάτης!

Πατέρας:

Δε βαριέσαι, ρε πατέρα, άντε στην υγειά μας! (πίνει)

Παππούς:

Στην υγειά μας, ποια υγειά μας, γιε μου, με όλα τούτα πού’ χει μέσα και το φαΐ και το πιοτό; (Πίνει λίγο κρασί) Αλήθεια, πόσο κρασί έβγαλες φέτος;

Πατέρας:

Δέκα τόνους, αλλά και τα λαχανικά ξεπετάχτηκαν γρήγορα και ανέβασαν λιγάκι το εισόδημά μας.

Κόρη 1:

Δηλαδή, πώς ξεπετάχτηκαν γρήγορα;

Πατέρας:

Μυστικά του επαγγέλματος.

Παππούς:

Ορμόνες, you know!

Κόρη 3:

Παππού, ξέρεις και Αγγλικά;

Παππούς:

Ε, κάτι η τηλεόραση, κάτι οι τουρίστριες…

Κόρη 2:

Μπαμπά, θα μου δώσεις λεφτά να πάω σινεμά το Σάββατο;

Πατέρας:

Είπα και στο Δημήτρη πως αυτή τη στιγμή έχω χρήματα μόνο για τα φυτοφάρμακα.

Μητέρα:

Μου έφερες το ζιζανιοκτόνο που σου ζήτησα για τον κήπο;

Πατέρας:

Ναι. Το’ χω αφήσει στην αποθήκη.

Κόρη 1:

Μαμά, τα ζιζανιοκτόνα δεν είναι καλά μου φαίνεται…

Μητέρα:

Και ποιος θα πάει να ξεχορτίσει με το χέρι; Εσύ;

Κόρη 1:

Καλά, καλά…

Παππούς:

Ε, κοπρόσκυλα…!

Γιαγιά:

Χρήστο, ήρθε σήμερα ο λογαριασμός του νερού.

Πατέρας:

Θα τον δω κι αυτόν μετά το φαΐ. Άντε να δούμε πόσο θα πάει, τώρα που χάλασε και το αυτόματο πότισμα και ο μάστορας θα θέλει άλλα τόσα για να το φτιάξει!

 

 

ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

 

Πράξη 1 - Σκηνή 1

 

1. Ένας επιχειρηματίας με μία κάρτα μπαίνει στην Τράπεζα για την εξόφληση του δανείου του μέσω τηλεφώνου, internet ή email. Μόνο από τη ΣυμφέροBank.

 

2. Με μία επίσκεψη στον Γερμαναρά μπορείς να βρεις όλα τα μουσικά κινητά. Με μία σύνδεση στο πρόγραμμα Τάχη Μπλέξη μπορείς να αποκτήσεις όλα τα νέα κινητά. Απόκτησε το Ταμ G629 με Mp3 και άκουσέ τα όλα.

 

3. Τώρα τα νέα lasen τηγανίζονται σε αραποσιτέλαιο. Είναι τόσο νόστιμα, που θέλεις να τα μοιραστείς με όλους. Νέα lasen θέλεις;

 

 

 

Πράξη 1 - Σκηνή 2

 

1. Εκτάκτως με την εφημερίδα Παραπληροφόρηση την Παρασκευή το ένθετο κουζινομαγειρέματα για γευστικές απολαύσεις. Μαζί και ένα ακόμα επεισόδιο από τη σειρά Τα σύνορα της Ειρήνης. Μην το χάσετε.

 

2. Τα λίπη καίγονται και μένουν στα σκεύη και δε φεύγουν ούτε με συρματάκι. Νέο Fairty κούτρα. Καθαρίζει τα λίπη. Τέρμα το συρματάκι. Νέο Fairty κούτρα καθαρίζει τα πάντα στη στιγμή.

 

3. Σάλτσες ζυμαρικών από την Πνορ. Θα έκανες τα πάντα για να τις απολαύσεις!

 

 

Τι ωραία που είναι όλα αυτά!

Χαρά στον τυχερό που θα τα πάρει…

Αχ, μακάρι να μπορούσα κι εγώ

απ’αυτό το μίζερο κουτί να βγω

και να τα πάρω όλα εγώ!!!

 

 

 

ΠΡΑΞΗ 2

Η σκηνή στο σχολείο

Δασκάλα:

Παιδιά, τώρα που έχετε όλοι μάθει για τα ζητήματα που αφορούν το περιβάλλον, ελάτε, κάντε κύκλο, θα παίξουμε ένα παιχνίδι!

Παιδί 1:

Ωραία κυρία, μας αρέσουν τα παιχνίδια!

Παιδί 2:

Θα παίξουμε μπουκάλα;

Δασκάλα:

Ο νους σου εσένα…

Παιδί 3:

Λοιπόν, κυρία, πώς παίζεται αυτό το παιχνίδι;

Δασκάλα:

Ένα παιδί σκύβει στο διπλανό του και του λέει στο αυτί ένα από τα προβλήματα που αφορούν το περιβάλλον. Το παιδί που άκουσε το πρόβλημα λέει δυνατά μία από τις λύσεις που προτείνει για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό. Τα υπόλοιπα παιδιά (κι εγώ) προσπαθούν να μαντέψουν ποιο ήταν το πρόβλημα. Μετά λέει αυτός ένα άλλο πρόβλημα στο διπλανό του και έτσι συνεχίζουμε…

Παιδί 4:

Ωραία, κυρία, ας αρχίσουμε! Έτσι θα δούμε κι αν θυμόμαστε τίποτα…

Παιδί 5:

Ν’ αρχίσω εγώ;

Δασκάλα:

Άρχισε!

 

(το παιδί 5 σκύβει στο παιδί 6 και του μιλάει στο αυτί, το παιδί 6 σκέφτεται και μετά μιλάει)

Παιδί 6:

Να μη χρησιμοποιούμε φυτοφάρμακα και λιπάσματα.

Παιδί 3:

Αυτό θα μπορούσε να είναι λύση στη δηλητηρίαση των οργανισμών.

Παιδί 8:

Ναι, αλλά και στη ρύπανση των νερών και στο φαινόμενο του ευτροφισμού.

Δασκάλα:

Μπράβο, παιδιά, και τα δύο είναι σωστά! Συνεχίζουμε;

 

(το παιδί 6 σκύβει στο παιδί 7 και του μιλάει στο αυτί, το παιδί 7 σκέφτεται και μετά μιλάει)

Παιδί 7:

Βιολογικός καθαρισμός.

Παιδί 9:

Αυτό είναι εύκολο, ρύπανση της θάλασσας.

Παιδί 7:

Σειρά μου τώρα (σκύβει στο παιδί 8, το παιδί 8 σκέφτεται και μιλάει).

Παιδί 8:

Δεν κάνουμε πέντε ώρες ντους.

Παιδί 4:

Λειψυδρία!

Δασκάλα:

Μπράβο! Έχετε και καμία άλλη λύση για το ίδιο πρόβλημα;

Παιδί 1:

Πολλές! Στο σπίτι δεν αφήνουμε τη βρύση ανοιχτή χωρίς λόγο και ελέγχουμε για διαρροές.

Παιδί 5:

Στον κήπο μας φυτεύουμε φυτά που έχουν μικρές ανάγκες για νερό, όχι γρασίδι!

Παιδί 3:

Επίσης μπορούμε να συγκεντρώνουμε το βρόχινο νερό σε στέρνες, σε δεξαμενές…

Δασκάλα:

Τέλεια, συνεχίζουμε!

Παιδί 8:

Εγώ τώρα (μιλάει στο παιδί 9)

Παιδί 9:

Η λύση είναι: ανανεώσιμες πηγές για την ενέργειά μας κι όχι αυτές που εξαντλούν τα αποθέματά μας.

 

(Γελάνε όλοι και χειροκροτάνε)

Παιδί 2:

Εξάντληση μη ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων!

Παιδί 6:

Ναι, αλλά και φαινόμενο του θερμοκηπίου από τις καύσεις που γίνονται για να παραχθεί η ενέργεια!

Δασκάλα:

Και πείτε μου ποιες είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας;

Παιδί 5:

Η ηλιακή, αιολική, γεωθερμική, υδραυλική και από βιομάζα!

Παιδί 9:

Έχω άλλες δυο μαντινάδες για αυτές.

Δασκάλα:

Σε ακούμε!

Παιδί 9:

Μια ανεμογεννήτρια θα στήσω στην αυλή μου/ τσ’ άλλους ο αέρας να ενοχλεί μα εμέ στη δούλεψή μου!/ και

Πάνελ φωτοβολταϊκό θα βάλω στο μιτάτο/ για να το βράζω με αυτό το γάλα των προβάτω!!!!

Δασκάλα:

Είσαστε καταπληκτικοί!

Παιδί 9:

Εμ, τι κυρία, παίζουμε τώρα; Τώρα θα του κάτσω εγώ το πρόβλημα (μιλάει στο παιδί 1)

Παιδί 1:

Να μη χρησιμοποιούμε το αυτοκίνητο συχνά.

Παιδί 4:

Ατμοσφαιρική ρύπανση!

Παιδί 7:

Και τα προηγούμενα που είπαμε, τελειώνει το πετρέλαιο… φαινόμενο θερμοκηπίου…

Δασκάλα:

Μπράβο! βρήκατε αμέσως 3 προβλήματα που μειώνονται αν χρησιμοποιούμε λιγότερο το αυτοκίνητο!

Παιδί 3:

Κυρία, δεν ξέρετε με ποιους έχετε να κάνετε!

Δασκάλα:

Όντως, πολύ συχνά οι καθηγητές υποτιμάνε τη νοημοσύνη των παιδιών…

Παιδί 9:

Και τα ταλέντα μας!

Παιδί 1:

Λοιπόν, σειρά μου (σκύβει στο παιδί 2).

Παιδί 2:

Κυρία, θα πω τη λύση με μαντινάδα, αλλά δεν είναι δική μου, είναι του Σημισακογιώργη.

Δασκάλα:

Εντάξει, πες τη!

Παιδί 2:

Άμα δε λιγοστέψουμε εκείνα που πετούμε/ στων σκουπιδιών τη θάλασσα μια μέρα θα πνιγούμε.

Παιδί 5:

Κυρία, το πρόβλημα είναι η αύξηση των απορριμμάτων.

Δασκάλα:

Σωστά! Και πείτε μου τώρα, ποιες είναι οι επιπτώσεις από αυτό το πρόβλημα;

Παιδί 7:

Ότι για πολλά από αυτά, σαν τα πλαστικά, δεν υπάρχουν μικροοργανισμοί να τα διασπάσουνε και μένουνε εκεί εις τους αιώνας των αιώνων!

Παιδί 4:

Κι ότι άλλα περιέχουν τοξικές ουσίες που περνάνε στο έδαφος, το νερό και τον αέρα.

Παιδί 6:

Και μπαίνουνε στις τροφικές αλυσίδες και δηλητηριάζουνε τους οργανισμούς και περισσότερο αυτούς που είναι στην κορυφή των τροφικών πυραμίδων, όπως τα αρπακτικά πουλιά, οι φώκιες, οι άνθρωποι…

Δασκάλα:

Υπάρχουνε λύσεις για το πρόβλημα;

Παιδί 2:

Ναι. κυρία, η κυριότερη λύση είναι να λιγοστέψουμε τα σκουπίδια/

Δασκάλα:

Πώς;

Παιδί 3:

Κυρία, εγώ νομίζω ότι δεν χρειαζόμαστε τόσα πράγματα όσα αγοράζουμε…

Δασκάλα:

Έχεις δίκιο κι εγώ την πάτησα προχτές, πήγα για ένα παντελόνι και γύρισα με δύο φούστες και τρεις μπλούζες και κανένα παντελόνι, φαντάσου!

Παιδί 4:

Ναι, κυρία, κι εγώ ήθελα ένα ζευγάρι παπούτσια και βρήκα κάτι φτηνά και πήρα δύο και μετά είδα ότι ήταν πλαστικά!

Παιδί 8:

Ποτέ δεν αγοράζω συνθετικά ρούχα και παπούτσια! Βρωμάνε και μου κάνουν και αλλεργία!

Παιδί 5:

Εγώ νομίζω ότι μας παρασέρνουν η τηλεόραση και τα περιοδικά. Κάνουμε ό,τι βλέπουμε. Ακολουθάμε τη μόδα.

Παιδί 9:

Κι αυτοί πλουτίζουνε κι εμείς φτωχαίνουμε.

Παιδί 1:

Ο πλανήτης φτωχαίνει…

Δασκάλα:

Και τι άλλο πρέπει να κάνουμε με τα σκουπίδια;

Παιδί 7:

Πρέπει να τα στέλνουμε στην ανακύκλωση, χώρια τα γυάλινα, χώρια τα χαρτιά, χώρια τ’ αλουμίνια.

Δασκάλα:

Κι αν δεν υπάρχει ανακύκλωση στον τόπο που ζούμε;

Παιδί 9:

Πρέπει να πιέσουμε το Δήμαρχο να κάνει!

Παιδί 2:

Σειρά μου (σκύβει στο παιδί 3).

Παιδί 3:

Όχι στα παραθαλάσσια μπαράκια, μάζεμα οι ξαπλώστρες κι οι ομπρέλες τις νύχτες!

Παιδί 1:

Το πρόβλημα είναι ότι εμποδίζουν την ωοτοκία της Caretta caretta ή μπερδεύουν τα χελωνάκια και παίρνουν λάθος δρόμο!

Παιδί 3:

Εγώ τώρα (σκύβει στο παιδί 4).

Παιδί 4:

Να αγοράζουμε βιολογικά προϊόντα ή να καλλιεργούμε μόνοι μας!

Παιδί 5:

Το πρόβλημα είναι τα φυτοφάρμακα και τα χημικά λιπάσματα αλλά και τα τρόφιμα που προέρχονται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς.

Δασκάλα:

Και τι επιπτώσεις έχουν αυτά;

Παιδί 6:

Πολλές, προσβάλλουν τη δική μας υγεία, με αλλεργίες, δηλητηρίαση, μπορεί και καρκινογένεση ή γενετικές μεταλλάξεις.

Παιδί 8:

Εξασθενούν τα ίδια τα φυτά, διαβρώνεται το έδαφος, ρυπαίνονται τα νερά, σκοτώνονται και ωφέλιμοι οργανισμοί, χαλάνε οι ισορροπίες στη φύση, γενικά!

Δασκάλα:

Μπράβο, πολύ καλά!

Παιδί 4:

Κι εγώ (σκύβει στο παιδί 5).

Παιδί 5:

Η λύση είναι ευαισθητοποίηση των πολιτών, ενημέρωση, συμμετοχή σε οργανώσεις προστασίας του περιβάλλοντος.

Παιδί 7:

Το βρήκα! Το πρόβλημα είναι η αδιαφορία και η παθητικότητα!

Παιδί 1:

Η αίσθηση ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα!

Παιδί 2:

Ότι παίρνουν άλλοι αποφάσεις που σε αφορούνε κι ότι οι αποφάσεις αυτές θα παρθούνε θέλεις δε θέλεις!

Δασκάλα:

Είναι, όμως, έτσι;

 

 

Σ’ αυτή τη ζωή δεν είναι όλα εντάξει

ήρθε η ώρα τελικά κάτι ν’ αλλάξει

Τοξικά απόβλητα τη θάλασσα ρυπαίνουν

και τα ψάρια ένα-ένα πεθαίνουν.

Η τρύπα του όζοντος κάθε μέρα ανοίγει

κι η προστασία απ’ τον ήλιο είναι λίγη.

Τόσα καυσαέρια βγαίνουν κάθε μέρα

καταστρέφουνε και μας και τον αέρα!

Αν συνεχίσει έτσι, θα λιώσουνε οι πάγοι

και τότε δεν μας σώζουν ούτε άγιοι ούτε μάγοι!

Γιατί όταν οι ρύποι γίνουν Δούρειοι ίπποι

τότε θα μας πιάσει η λύπη!

Γύρω μας παντού διοξείδια, μονοξείδια

μας πλημμυρίζουν χιλιάδες σωματίδια.

Ο οργανισμός μας έχει ανάγκη από οξυγόνο

γιατί όλα τα οξείδια φέρνουν στο κεφάλι πόνο.

Βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας να καταστρέφεται

Κάντε κάτι γρήγορα γιατί το τέλος έρχεται.

-------

Σώστε τη γη μαζί και τους εαυτούς σας

πρέπει να δουλέψει για το καλό ο νους σας.

Σώστε τη γη κι όλοι θα χαρούμε κι ευχάριστα θα ζούμε.

-------

Σεβασμός στο περιβάλλον και τη ζωή των άλλων

ας μπούνε φίλτρα στα φουγάρα

είναι μια λύση, κι ας σταματήσει

λίγο των αυτοκινήτων η χρήση.

Ας κάνουμε σκοπό το κοινό καλό.

Ας ασχοληθούμε με κάτι σοβαρό.

Είμαστε το μέλλον αυτού του πλανήτη

κι αυτός ο πλανήτης είναι το δικό μας σπίτι.

Αν κάνουμε ενέργειες σωστές, θα’ ρθούνε οι χαρές.

Μα αν δεν παν όλα σωστά, θα μεγαλώσει η συμφορά.

Πρέπει λοιπόν να δράσουμε όλοι μαζί,

για να ζήσουμε αργότερα μια όμορφη ζωή.

-------

Σώστε τη γη μαζί και τους εαυτούς σας

πρέπει να δουλέψει για το καλό ο νους σας.

Σώστε τη γη κι όλοι θα χαρούμε κι ευχάριστα θα ζούμε.

-------

 

 

Πράξη 3

 

Η σκηνή στην πρωτομαγιάτικη εκδρομή των δύο οικογενειών. Υπάρχει ένα ρυάκι κι ένα δέντρο. Οι δύο οικογένειες χωρισμένες σε δύο ομάδες στα δύο πλαϊνά της σκηνής, ασχολούνται με το φαγητό. Έχουν κασετόφωνο μαζί και ακούγεται μουσική που δεν ταιριάζει με το περιβάλλον. Κάποια παιδιά παίζουν με τα κινητά. Τα μέλη των οικογενειών πετάνε σκουπίδια στο έδαφος, σακούλες και μπουκάλια στο νερό. Μέσα από το ρυάκι σηκώνεται η ναϊάδα και από το δέντρο προβάλλει η δρυάδα. Έχουν σκουπίδια και πλαστικές σακούλες ριγμένα πάνω τους. Αρχίζουν να γκρινιάζουν για την κατάσταση στην οποία τις έχουν φέρει οι άνθρωποι. Αναφέρουν τα προβλήματα που τους έχει γεννήσει η ανθρώπινη αδιαφορία.

 

Ν

Γεια σου ξαδέρφη!

Δ

Γεια σου, καλό μήνα!

Ν

Ευχαριστώ, επίσης! Αλλά η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται…

Δ

Ναι, όντως, ωραία σακούλα φοράς! Σου πάει…

Ν

Ναι, κι εσένα το ίδιο και μοσχομυρωδάτη…

Δ

Αχ, τι θα κάνουμε μ’ αυτούς που μπλέξαμε;

Ν

Έλα ντε, ευτυχώς που δεν μας έρχονται και συχνά.

Δ

Ναι, φαντάσου να τους άρεσε η εξοχή, όπως παλιά, και να μας επισκέπτονταν συχνότερα…

Ν

…σε τι χάλι θα ήμασταν…

Δ

Κοίτα τι κάνουν, υποτίθεται ότι βγήκαν να γιορτάσουν τον ερχομό της Άνοιξης.

Ν

…κι αυτοί το’ χουν ρίξει στο ψήσιμο, κρέας, κρέας, κρέας, όλο τρώνε.

Δ

Και δε σηκώνουν τα μάτια τους να δουν γύρω τους την ομορφιά.

Ν

Κι η ίδια η Άνοιξη αυτοπροσώπως να πέρναγε από μπροστά τους, δε θα τους έκανε εντύπωση.

Δ

Φαντάσου ότι αυτοί οι ίδιοι έρχονταν τα πρώτα τους ραντεβουδάκια εδώ πέρα, θυμάσαι;

Ν

Ναι, θυμάσαι; Πού κρύβονταν απ’ τους δικούς τους και κρυφοφιλιόντουσαν στην εξοχή;

Δ

Και αυτός της έκοβε λουλουδάκια;

Ν

Κι αυτή τον κοίταζε γλαρωμένα;

Δ

Τώρα την ταΐζει παϊδάκια…

Ν

Κι αυτή τον κοιτάζει πεινασμένα!

Δ

Αμ’ τα παιδιά τους; Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν για τη φύση!

Ν

Καλέ, αυτά δεν σηκώνουν τα μάτια τους απ’ το κινητό!

Δ

Εκτός απ’ αυτά τα δύο, τα γλυκά μου, κάτι τρέχει μ’ αυτά…

Ν

Ναι, ρίχνουν κι ένα βλέμμα γύρω τους.

Δ

Αλλά βέβαια, δεν έχουν και τίποτα σπουδαίο να δουν, αραιά λουλουδάκια και αγκαθωτοί θάμνοι.

Ν

Ε, πώς να ’ναι, μετά από τις πυρκαγιές που πέρασαν… πω-πω τρόμος τότε!

Δ

Ναι, και χειρότερα μετά, που αντί να μας αφήσουν στην ησυχία μας να φυτρώσει το χορτάρι, να ψηλώσουν οι θάμνοι, να ξανανιώσει σιγά-σιγά ο τόπος, μας ρίχτηκαν τα αιγοπρόβατα και μας θέρισαν…

Ν

Και γύμνωσε καλά-καλά το έδαφος και μετά ήρθαν οι πλημμύρες κι έφυγαν όλα, φρρρρ...

Δ

Διάβρωση το λένε αυτό..

Ν

Μόρφωση το λένε αυτό! Μωρέ μπράβο!

Δ

Ευχαριστώ.

Ν

Ωχ, ωχ, ωχ!!!

Δ

Τι;

Ν

Αυτοί οι δύο…

Δ

Τι;

Ν

Πάνε να βουτήξουν τα ποδαράκια τους στο ρυάκι μου!

Δ

Ε, και;

Ν

Τι ε και; Δεν ξέρεις τι κουβαλάει το νερό μου;

Δ

Α, ναι, φυσικά ξέρω! Κατάλοιπα από λιπάσματα που τα ’χουν παρασύρει οι βροχές και κάτι φυτοφάρμακα, παρασιτοκτόνα, ζιζανιοκτόνα που ’χουν τρέξει μέχρι εδώ, ε;

Ν

Μπράβο. Και τι έχουν κάνει αυτά στο νεράκι;

Δ

Γλίτσα, πρασινίλα και κάτι μικροβιάκια που τρέφονται απ’ αυτά, ε;

Ν

Ορθόν. Και θα χαρούν πολύ που θα μπορέσουν να αναπτυχτούν και σ’ αυτά τα αθώα ποδαράκια που πλατσουρίζουν ανάμεσά τους. Καλά, δε σιχαίνονται;

Δ

Εσύ δε σιχαίνεσαι εκεί μέσα;

Ν

Φυσικά, αλλά τι να κάνω; Ναϊάδα του ρυακιού αυτού είμαι. Δεν μπορώ να το εγκαταλείψω!

Δ

Κοίτα, αυτός σκύβει και πίνει κιόλας!!!

Ν

Θα το μετανιώσει πικρά που το άγγιξε το νεράκι.

Δ

Λες να τους ξυπνήσει αυτό;

Ν

Λες; Μακάρι;

 

 

ΠΡΑΞΗ 4

Σκηνή 4.1

Στη σκηνή βρίσκονται και οι δύο οικογένειες. Η μία στη μία πλευρά και η άλλη στην άλλη πλευρά. Το φως πέφτει από τη μία πλευρά στην άλλη.

 

Εικόνα 1

 

Η σκηνή στο σπίτι των ξενοδόχων. Είναι παρόντες οι δύο γονείς, τα τρία παιδιά και οι παππούδες. Έχουν στεναχωρηθεί με την αρρώστεια του παιδιού που ήπιε νερό από το ρυάκι. Κατηγορούν τους αγρότες. Όμως το παιδί τους, τους θυμίζει ότι και οι ίδιοι ρίχνουν στη θάλασσα τα λύματα και προκαλούν εξίσου ρύπανση του νερού.

 

Πατέρας:

Πω-πω-πω τι πάθαμε…!

Μητέρα:

…μ’ αυτά τα κολοβακτηρίδια

Γιος 1:

…που ρίχνουν οι θερμοκηπιάδες…

Κόρη:

…στα νερά του ρυακιού…

Γιος 2:

Καλά, είστε με τα καλά σας;

Πατέρας:

Έτσι νομίζουμε.

Μητέρα:

Τι θες να πεις;

Γιος 1:

Τι υπαινίσσεσαι;

Κόρη:

Τι υπονοείς;

Παππούς:

(προς τη γιαγιά) Εκουζουλαθήκανε τελείως μου φαίνεται!

Γιαγιά:

Ναι, το νερό του ρυακιού φταίει! Τους μόλυνε όλους!

 

(ο παππούς και η γιαγιά παρακολουθούνε τη συζήτηση, κουνάνε το κεφάλι τους, κοιτάζονται με απορία ή ψιθυρίζουν ο ένας στον άλλο)

Γιος 2:

(κάνει το σταυρό του) Τέτοια συνεννόηση πρώτη φορά βλέπω στην οικογένειά μας…

Πατέρας:

Οι δύσκολες στιγμές μας ενώνουν.

Μητέρα:

Φυσικά, είμαστε μια πολύ συνδεδεμένη οικογένεια κατά βάθος.

Γιος 1:

…και κατά πλάτος..

Κόρη:

…και κατά ύψος..

Γιος 2:

Από γεωμετρία πάτε καλά, πάντως κάνετε λάθος στο ότι τα κολοβακτηρίδια τα ρίχνουν οι αγρότες.

Μητέρα:

Και ποιος τα ρίχνει;

Γιος 2:

Δεν τα ρίχνει κανείς, απλά τα βοηθάνε ν’ αναπτυχτούνε τα διάφορα λιπάσματα που τρέχουν ως εκεί…

Πατέρας:

…απ’ τα χωράφια τους

Γιος 2:

Δεν αντιλέγω σε αυτό, αλλά να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.

Πατέρας:

Το όνομά τους είναι Σηφακάκηδες!

Παππούς:

Νικολή, λίγα λόγια για τους Σηφακάκηδες. Εγώ με τον παππού τους πολεμήσαμε μαζί και είμαστε φίλοι καλοί, σαν αδέρφια!

Γιος 2:

Σιγά, ρε πατέρα, μόνο αυτοί φταίνε; Ξεχνάς τα δικά μας;

Μητέρα:

Ποια δικά μας;

Πατέρας:

Τι θες να πεις, καμάρι μου;

Γιος 2:

Τα λύματα… λέω… κάτι σωλήνες που ξεκινάνε απ’ το ξενοδοχείο μας και πάνε προς τη θάλασσα…

Πατέρας:

Αυτός ο σωλήνας πάει πολύ-πολύ-πολύ μέσα…

Γιος 1:

πολύ βαθιά…

Κόρη:

πολύ μακριά…

Μητέρα:

Τείνει στο άπειρο…

Γιος 2:

Και το περιεχόμενό του χύνεται…

Πατέρας:

Διαλύεται…

Γιος 1:

Αραιώνει…

Κόρη:

Εξαφανίζεται…

Μητέρα:

Σαν να μην υπήρξε ποτέ…

Γιος 2:

Έτσι νομίζετε;

Πατέρας:

Όχι έτσι νομίζουμε, έτσι είναι!

Γιος 2:

Τι λες, ρε πατέρα, ποιον κοροϊδεύεις; Μεταξύ μας είμαστε, δε μας ακούει κανείς (δείχνει το κοινό).

Μητέρα:

Μην αυθαδιάζεις στον πατέρα σου!

Παππούς:

(προς τη γιαγιά) Αυτό την πείραξε! (κρυφογελάνε)

Γιος 2:

Έλα, μανούλα μου, ξεχνάς ότι εσύ δεν κάνεις ποτέ μπάνιο στη θάλασσα μπροστά στο ξενοδοχείο μας ,γιατί σιχαίνεσαι;

Μητέρα:

Εεεε… άλλο εγώ, εγώ την έχω δει και σε καλύτερες μέρες…

Γιος 2:

Κι είναι λόγος αυτός να συμβάλουμε εμείς στις χειρότερες μέρες της;

 

(αμήχανη σιωπή)

Γιος 2:

Ένα κείμενο που διαβάσαμε στο σχολείο έλεγε ότι «τη γη αυτή δεν την κληρονομήσαμε, τη δανειστήκαμε απ’ τα παιδιά μας»

Παππούς:

Μωρέ, πολύ καλό αυτό, αυτό σου ’λεγα κι εγώ προχτές, θυμάσαι; Ότι εμείς μια ζωή θα ζήσουμε, αλλά υπάρχουν κι άλλοι που θα συνεχίσουν να ζούνε…

Γιαγιά:

Και δεν πρέπει εμείς να τους κάνουμε το βίο αβίωτο!

Παππούς:

Γυναίκα, είπες κι εσύ μια σοφή κουβέντα!

Πατέρας:

Καλά, εννοώ…

Γιος 1:

Κοίτα, πατέρα, εσείς λέγατε ότι μειώνεται ο τουρισμός…

Κόρη:

Και τα έσοδα…

Πατέρας:

Ναι, λοιπόν;

Γιος 2:

Νομίζεις ότι οι ξένοι θέλουν να ’ρθουν να κολυμπήσουν σε μία θάλασσα που εμείς σιχαινόμαστε;

Γιος 1:

Μάτια δεν έχουν αυτοί να δούνε;

Κόρη:

Τα φύκια, τους αφρούς, την πίσσα;

Πατέρας:

Δε φταίω και για την πίσσα!

Γιος 2:

Όχι, δεν είσαι μόνο εσύ στον πλανήτη που ρυπαίνεις!!! Υπάρχουν κι άλλοι!

Πατέρας:

Φυσικά υπάρχουν κι άλλοι, πιο ισχυροί και πιο μεγάλοι!

Κόρη:

Μπαμπά, άσε τα ποιήματα κι έλα να κουβεντιάσουμε τι μπορούμε να κάνουμε στη ρύπανση να μη συμβάλουμε!

Γιος 1:

Μωρέ μπράβο, ρίμες σήμερα!

Γιος 2:

Αφού σήμερα έχουμε έμπνευση ως οικογένεια, μπορεί κάτι καλό να βγάλουμε.

Μητέρα:

Συγκινήθηκα… (σκουπίζει τα μάτια της)

Πατέρας:

Γυναίκα, κόψε την πλάκα!

 

 

Πράξη 4

Σκηνή 4.1

Εικόνα 2

 

Το φως πέφτει στο σπίτι των αγροτών

 

Η σκηνή στο σπίτι των αγροτών. Είναι παρόντες οι δύο γονείς, οι παππούδες και τα τέσσερα παιδιά. Έχουν ανησυχήσει με την αρρώστια του παιδιού των ξενοδόχων που πάτησε στο ρυάκι.

 

Μητέρα:

Λυπήθηκα που αρρώστησε το γειτονόπουλο.

Γιαγιά:

Γιατί, τι έγινε;

Παππούς:

Ήπιε νερό απ’ το ρυάκι και τον έπιασε ….

Πατέρας:

Αυτός φταίει …τι του ’ρθε να μπει στο ρυάκι;

Κόρη 1:

Γιατί σου φαίνεται περίεργο; Όλα τα παιδιά μπαίνουν στα ρυάκια.

Γιος:

Παραλίγο να μπω κι εγώ…

Γιαγιά:

Ο Χριστός κι η Παναγία!

Μητέρα:

Τρελάθηκες; Δεν είδες τη γλίτσα;

Γιος:

Την είδα, γι’ αυτό δεν μπήκα!

Μητέρα:

Πάλι καλά! Το παιδί μου έχει μυαλό.

Κόρη 2:

Το θέμα δεν είναι το μυαλό του παιδιού σου, το θέμα είναι ότι μας κατηγορούν που αρρώστησε το παιδί τους …

Κόρη 3:

Και έχουν και δίκιο…

Γιαγιά:

Παιδί μου, τι συμβαίνει; Τι έκανες; Γιατί σε κατηγορούν;

Παππούς:

Εισαγγελείς, μηνύσεις, δικαστήρια…

Πατέρας:

Τι δίκιο έχουν; Αυτοί δεν βρωμίζουν τη θάλασσα με τους οχετούς τους;

Κόρη 1:

Το ότι βρωμίζουν κι αυτοί, δεν τους αφαιρεί το δίκιο!

Μητέρα:

Αυτοί βρωμίζουν πιο πολύ! Και σιχαινόμαστε να κολυμπήσουμε στη θάλασσά μας! Που παλιά την έπινες στο ποτήρι!

Γιαγιά:

Καλά τα λες, παιδί μου!

Παππούς:

(παριστάνει τη γιαγιά) Καλά τα λες παιδί μου!

Γιος:

Και το νερό του ρυακιού παλιά το έπινες στο ποτήρι!

Πατέρας:

Άσε τις συγκρίσεις τώρα!

Κόρη 1:

Αυτό λέω κι εγώ, άσε τις συγκρίσεις! Κι αυτοί βρωμίζουν κι εσείς βρωμίζετε! Κι εσείς όχι μόνο το ρυάκι, αλλά και το χώμα…

Μητέρα:

Μην τα παραλές!

Γιαγιά:

Μη ρίχνεις το φταίξιμο σ’ αυτούς, όλοι οι αγρότες κάνουν το ίδιο.

Παππούς:

Εγώ σας τα’ λεγα, σας τα 'λεγα!

Κόρη 1:

Δεν παραλέω τίποτα! Δεν ψεκάζετε όλη την ώρα;

Πατέρας:

Φυσικά! Τι να κάνουμε; Ν’ αφήσουμε τη σοδειά να χαθεί;

Μητέρα:

Απ’ αυτή ζούμε! Μ’ αυτά τα χρήματα σας ταΐζουμε…

Κόρη 2:

Σας ποτίζουμε

Κόρη 3:

Σας αναθρέφουμε…

Παππούς:

(ειρωνικά) Σας κακομαθαίνουμε..

Γιαγιά:

(άγρια) Μη ρίχνεις λάδι στη φωτιά!

Γιος:

Το ξέρουμε αυτό!

Γιαγιά:

Ναι, αν όμως δεν ρίχναμε φυτοφάρμακα, δε θα 'χαμε καθόλου σοδειά!

Παππούς:

Ποιος το ’πε;

Γιαγιά:

Δε θυμάσαι που χάναμε τις σοδειές μας από τις αρρώστιες;

Κόρη 1:

Όμως όλα αυτά τα φυτοφάρμακα, εκτός από τα δικά μας τα φυτά, πάνε και στα διπλανά τα χωράφια και άσε που χρησιμοποιείτε και ένα τόνο περισσότερο απ’ ό,τι πρέπει!

Γιος:

Θυμάσαι, πατέρα, που έγραφε το κουτί να το βάλεις σε 100 λίτρα νερό κι εσύ το έβαλες σε 50;

Πατέρας:

Για να γίνει πιο δυνατό!

Παππούς:

Λες και είναι δυναμωτικό !!!

Κόρη 1:

Κι έγινε πιο δυνατό και έκαψε και τα φυτά μας;

Πατέρας:

Καλά, ένα λάθος έκανα..

Γιος:

Γιατί δε ρώτησες το γεωπόνο; Δεν σου ’πε πώς να το χρησιμοποιήσεις;

Πατέρας:

Μου είπε αλλά σκέφτηκα ότι…

Παππούς:

Να μη σκέφτεσαι άλλη φορά.

Γιος:

Και θυμάσαι ότι τα φάρμακα λένε να ψεκάζεις και να κόβεις τα φρούτα μετά από 10 μέρες;

Μητέρα:

Μάθημα μας κάνετε τώρα;

Κόρη 3:

Ναι.

Γιος:

Κι εσείς πότε τα κόβετε;

Κόρη 2:

Την επόμενη κιόλας μέρα.

Γιος:

Και τα πουλάτε στη λαϊκή!

Κόρη 1:

Κι όποιον πάρει ο χάρος!

Πατέρας:

Σιγά… σιγά… Ηρεμήστε! Πού τ’ ακούσατε όλ’ αυτά;

Κόρη 3:

Στο σχολείο. Στα περιοδικά. Στις εφημερίδες.

Παππούς:

Μπράβο, τα παιδιά μου, μπράβο!

Γιαγιά:

Περισσότερα ξέρουν αυτοί από εμάς;

Μητέρα:

Διαβάζουν, όμως ,τα παιδιά! Μπράβο! Εγώ νόμιζα ότι μόνο τηλεόραση βλέπατε και το κινητό.

Γιος:

Απ’ όλα βλέπουμε εμείς.

Πατέρας:

Άκου να σου πω, εμάς μας βαράει ο καιρός, μας βαράνε οι χοντρέμποροι, μας βαράει η Ευρώπη, όχι να μας βαράτε κι εσείς!!!

Κόρη 1:

Μπαμπά, μην το παίρνεις έτσι! Δε σας κάνουμε πόλεμο…

Κόρη 2:

Θέλουμε να βρούμε μια λύση…

Κόρη 3:

Που να ’ναι καλή για όλους…

 

 

Πράξη 4

Σκηνή 1

Εικόνα 3

 

Το φως στο σπίτι των ξενοδόχων

 

Μητέρα:

Δεν κάνω πλάκα, στ’ αλήθεια συγκινήθηκα.

Γιος 1:

Συγκρατήσου τώρα, γιατί έχουμε κι άλλα να πούμε.

Μητέρα:

Πολλά άλλα;

Γιος 1:

Ναι, πολλά.

Πατέρας:

Καλά, μην κουράσουμε και τον κόσμο…

Κόρη:

Σκέφτεσαι και τον κόσμο τώρα;

Γιος 2:

Τον κόσμο να τον σκέφτεσαι όταν του λερώνεις τη θαλασσίτσα του.

Γιος 1:

Και την αμμουδίτσα του.

Πατέρας:

Καλά, τα ’παμε αυτά!

Γιος 1:

Έχεις δίκιο, καιρός να πούμε τα υπόλοιπα.

Μητέρα:

Ωχ..

Γιος 1:

Κάνε πέτρα την καρδιά σου!

Κόρη:

Κι άνοιξε καλά τα αυτιά σου!

Γιος 1:

Θυμάσαι που είπατε πόσο μεγάλους λογαριασμούς πληρώνουμε σε νερό και σε ηλεκτρικό;

Πατέρας:

Φυσικά, ξεχνιούνται αυτά;

Κόρη:

Γιατί χαλάμε τόσο νερό;

Πατέρας:

Για τις πισίνες, για το πότισμα… για τα πλυντήρια

Γιαγιά:

Το χαλάει η προκομμένη να κάνει 3 ώρες μπάνιο!

Γιος 1:

Άσε τα πλυντήρια, ας πούμε τώρα αυτά που διορθώνονται… Τι το κάνεις το νερό που αδειάζεις απ’ τις πισίνες; Το ανακυκλώνεις;

Πατέρας:

Όχι.

Γιος 2:

Να το ανακυκλώνεις.

Γιος 1:

Τι έχεις φυτέψει στον κήπο;

Πατέρας:

Γκαζόν.

Γιος 2:

Και γιατί έχεις γκαζόν; Γκαζόν οι τουρίστες βρίσκουν και στον τόπο τους.

Γιος 1:

Τι είναι αυτό που έρχονται να δούνε; Κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που βλέπουν καθημερινά.

Παππούς:

Οι τουρίστριες πάντως έρχονται να δούνε εμένα!

Γιαγιά:

(σκαμπίλι)

Κόρη:

Δεν θα ’ταν καλύτερα να είχες αρωματικά φυτά απ’ αυτά που ευδοκιμούν εδώ, θυμάρι, φασκόμηλο, ρίγανη, ματζουράνα, λέμε τώρα…

Μητέρα:

Καλά, μας δουλεύετε τώρα; Εσύ προχτές έριξες στο φαγητό φασκόμηλο αντί για δάφνη και μας μιλάς για αρωματικά φυτά;

Κόρη:

Εσύ φταις που δεν τα ξέρω! Μου τα ’δειξες ποτέ;

Μητέρα:

Ενδιαφέρθηκες ποτέ;

Γιαγιά:

Γιατί, εσύ ενδιαφέρθηκες ποτέ;

Γιος 1:

Θα ήθελα να θίξω και το θέμα με τις ξαπλώστρες, αν επιτρέπεται…

Πατέρας:

Τι σε πειράζουν οι ξαπλώστρες;

Γιος 1:

Εμένα προσωπικά τίποτα, εκτός που είναι αντιαισθητικές.

Παππούς:

Και για να περπατήσει κάποιος στην παραλία, πρέπει να κάνει δρόμο μετ’ εμποδίων…

Γιος 1:

Πειράζουνε όμως τις χελώνες.

Μητέρα:

Άκου ευαισθησίες…

Γιος 2:

Κατά βάθος είναι πολύ ευαίσθητο παιδί, μην το βλέπετε έτσι.

Κόρη:

Όταν οι χελώνες πάνε να γεννήσουν, τρακάρουν πάνω στις ξαπλώστρες.

Γιος 1:

Ή καρφώνετε τις ομπρέλες πάνω στις φωλιές τους.

Γιος 2:

Ή μπερδεύετε τα χελωνάκια με τα φώτα το βράδυ και χάνουν το δρόμο τους.

Πατέρας:

Λοιπόν τι προτείνετε;

Γιος 1:

Αλλαγή πορείας.

Μητέρα:

Στα χελωνάκια;

Κόρη:

Της οικογενείας.

Γιος 2:

Να κάνουμε οικονομία.

Πατέρας:

Εσύ δεν ήσουν που ζήταγες μηχανή;

Γιος 2:

Άλλαξα γνώμη (προσωρινά).

Γιος 1:

Κι εγώ δεν θέλω καινούριο κινητό.

Πατέρας:

Καλό αυτό.

Κόρη:

Κι εμένα δεν μου χρειάζονται καινούρια ρούχα.

Μητέρα:

Να δούμε πόσο θα κρατήσει αυτή η αυτοσυγκράτηση.

 

 

Πράξη 4

Σκηνή 1

Εικόνα 4

 

Το φως στο σπίτι των αγροτών

 

Κόρη 1:

Πατέρα, έχεις ακούσει για τις βιολογικές καλλιέργειες;

Γιαγιά:

Τι είναι πάλι αυτό το πράμα;

Παππούς:

Άσχετη!

Πατέρας:

Μη λες κακά λόγια!

Κόρη 2:

Έλα τώρα, χαλάρωσε λίγο…

Γιος:

Δεν είναι κι εχθροί μας οι βιοκαλλιεργητές!

Γιαγιά:

Ποιοι είναι αυτοί;

Μητέρα:

Αυτά είναι σαχλαμάρες.

Παππούς:

Σαχλαμάρες;

Κόρη 1:

Εντάξει, ξέρουμε ότι δεν είναι εύκολο χωρίς τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα…

Μητέρα:

Δεν ξέρεις τι είναι να χάνεις τη σοδειά σου από μια αρρώστια…

Κόρη 1:

Άκου, ακούστε, εγώ διάβαζα ότι το έδαφος παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στις αρρώστιες των φυτών. Εξαρτάται από τα συστατικά του εδάφους αν τα φυτά θα είναι ανθεκτικά ή όχι στα διάφορα παράσιτα.

Πατέρας:

Και ξέρεις πόσα λεφτά χρειάζονται να φέρεις τα συστατικά που πρέπει;

Κόρη 3:

Βλέπω ότι το ’χεις ψάξει το θέμα…

Μητέρα:

Καλά, τι νόμιζες, ερασιτέχνες είμαστε;

Γιος:

Και πού κατέληξαν οι έρευνές σας;

Πατέρας:

Ότι στοιχίζει πολύ.

Γιαγιά:

Είναι πολύ ακριβά! Πού να τα βρούμε τόσα λεφτά;

Παππούς:

Τι μιλάει αφού δεν ξέρει;

Κόρη:

Ναι, αλλά φαντάσου τα κέρδη.

Μητέρα:

Σιγά τα κέρδη, θα έχουμε λιγότερη σοδειά και δεν θα ξέρουμε αν θα πουλιέται κιόλας…

Κόρη:

Εννοούσα τα κέρδη, τα οφέλη για όλο τα περιβάλλον, για όλους τους οργανισμούς, για τα ζώα, τα φυτά, τον αέρα, το έδαφος, το νερό, τα παιδιά σας…

Πατέρας:

Μα εσείς μας κυνηγάτε από πίσω για λεφτά.

Μητέρα:

Ναι, όλο λεφτά μας ζητάτε, πώς να ανταποκριθούμε;

Γιαγιά:

Έχουν δίκιο οι γονιοί σας! Κάθε μέρα τους ζητάτε και κάτι!

Παππούς:

Μίλησε κι ο επιστήμων!

Γιος:

Θα μειώσουμε τις ανάγκες μας.

Κόρη 1:

Ναι, σοβαρά, θα προσπαθήσουμε.

Κόρη 2:

Εεε, εγώ δε συμφώνησα ακόμα, δε μειώνω τίποτα εγώ.

Πατέρας:

Είδες; Είδατε; Ούτε εσείς δε συμφωνείτε…

Κόρη 1:

Όχι, θα συμφωνήσουμε. Μακροπρόθεσμα θα έχουμε μεγαλύτερα οφέλη.

Γιος:

Και τη συνείδησή μας ήσυχη.

Κόρη 3:

Εμένα η συνείδησή μου είναι ήσυχη και τώρα.

Κόρη 1:

Σοβαρά; Δε σκέφτεσαι ότι συμβάλλουμε στο γενικό κακό;

Κόρη 3:

Όχι.

Παππούς:

Αντιδραστική!

Γιος:

Κι όχι μόνο εμείς.

Μητέρα:

Εννοείται!

Κόρη 1:

Εννοείται, αλλά και εμείς.

Πατέρας:

Παιδιά, ξέρετε τι κόποι χρειάζονται γι’ αυτό που λέτε; Ας πούμε το ξεχόρτισμα, πώς θα το κάνω μόνος μου; Δεν έχω λεφτά να βάλω ανθρώπους, με πονάει κι η μέση μου…

Γιος:

Πατέρα, θα βοηθήσουμε κι εμείς…

Κόρη 2,3:

Εμείς δεν είπαμε τίποτα.

Μητέρα:

Καλά λέει, θα κάνετε και γυμναστική.

Κόρη 1:

Λέμε, λέμε, αλλά όταν έρθει η ώρα για δράση, βγάζουμε την ουρά μας έξω…

Πατέρας:

Όταν η λύση είναι στα χέρια μας, την περνάμε στο διπλανό μας σαν καυτή πατάτα.

Κόρη 1:

Καλό!

 

 

 

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΟΥΦΑ, ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΑΓΗ

- Τάνια Χριστοφοράτου -

 

(ξεκινάει το τραγούδι η μάνα αγρότισσα και σε κάθε δίστιχο μπαίνει κι άλλος ένας απ’την οικογένεια)

 

Πάνω στην τρέλα μου, πάνω στην αγωνία μου

έριχνα τόνους χημικά μες τη φυτεία μου.

Από το άγχος μου καλή σοδειά να πάρω

λαχανικά και φρούτα φόρτωνα με Χάρο.

Την ψεκαστήρα φορτωνόμουνα στον ώμο μου

κάθε παράσιτο εξαφάνιζα απ’το δρόμο μου.

Μονάχα κοίταζα το σύντομο συμφέρον μου

μέσα σε πλαίσια στενά το ενδιαφέρον μου.

Μέσα στην άγνοια, μέσα στην αφασία μου

γη και νερό τα θεωρούσα περιουσία μου.

Κάτω από τόνους νιτρικά τα όνειρά μου

μα απ’τον ύπνο με ξυπνήσαν τα παιδιά μου

(τραγουδάνε τα παιδιά των αγροτών)

Τι είναι αυτό το μέλλον που τάζεις;

Τι είναι αυτοί οι καρποί που παράγεις;

Μέσα στα δηλητήρια βουλιάζεις

Μας τρομάζεις!

Πόλεμο να κάνεις στα χημικά

θα σ’ευγνωμονούνε και τα φυτά

σύμμαχοι θα είμαστε τα παιδιά

με τα μαγικά μας τα κόλπα

Όλ’αυτά δεν είναι ρομαντικά

είναι απολύτως ουσιαστικά

Γνώση θέλει βέβαια και δουλειά

και τα όνειρά μας για όπλα

 

(ξεκινάει το τραγούδι η μάνα ξενοδόχα και σε κάθε δίστιχο μπαίνει κι άλλος ένας απ’την οικογένεια)

Πάνω στου κέρδους το βωμό, στην απληστία μου

θυσία έκανα μέχρι και την υγεία μου.

Σε λάθος πράγματα είχα δώσει σημασία

της ομορφιάς είχα ξεχάσει την αξία.

Είχα αυξήσει τις ανάγκες μου στο έπακρο

και ένα κόσμο ρημαγμένο είχα για έπαθλο

Είχα ξαπλώστρες και γκαζόν μα και πισίνα

της αμμουδιάς όμως χαθήκανε τα κρίνα.

Όλο τον τόπο είχαν γεμίσει τα σκουπίδια μου

και σαν τα έβλεπα ανασήκωνα τα φρύδια μου

Μόνο τους άλλους συνεχώς κατηγορούσα

και τη δική μου την ευθύνη την ξεχνούσα.

 

(τραγουδάνε τα παιδιά των ξενοδόχων)

Τι είναι αυτό το μέλλον που τάζεις;

Κάθε ισορροπία ταράζεις

Μέσα στον οχετό μας βουλιάζεις

Μας τρομάζεις!

 

Πόλεμο να κάνεις στην υπερβολή

όσο κι αν σου χαλάει αυτό τη βολή

με συνεργασία και συμμετοχή

πάψε να’χεις αδιαφορία

Όλ’αυτά δεν είναι ρομαντικά

είναι απολύτως ουσιαστικά

Γνώση θέλει βέβαια και δουλειά

για του κόσμου την αειφορία

 

 

 

 Πηγή:

Πανελλήνιο Δίκτυο για το Θέατρο στην Εκπαίδευση

http://www.theatroedu.gr/ >ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Πληρ. theatro@theatroedu.gr